Απαραίτητη η άμεση και ριζική επανασχεδίαση του παρόντος αλλά και του μέλλοντός του, ενώ η τουρκική απειλή συνεχώς αναβαθμίζεται ποιοτικά και ποσοτικά
Η χωρίς δογματισμούς και αγκυλώσεις ριζική επανασχεδίαση του παρόντος αλλά και του μέλλοντος του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ) καθίσταται πλέον επιτακτική ανάγκη, καθώς η μέχρι σήμερα συμβατική προσέγγιση έχει δυστυχώς εξαντλήσει τα όριά της, ενώ η τουρκική απειλή συνεχώς αναβαθμίζεται ποιοτικά και ποσοτικά.
- Του Περικλή Ζορζοβίλη
Ο ετεροχρονισμός του προγράμματος των νέων κορβετών σε χρόνο μη επακριβώς προσδιορισμένο, η μη εξάσκηση του δικαιώματος προαίρεσης (option) για την τέταρτη φρεγάτα τύπου FDI-HN και η συνεχιζόμενη δυστοκία στην κατάρτιση και την ανάθεση της σύμβασης για το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού μέσης ζωής (ΕΜΖ) των φρεγατών τύπου MEKO-200HN πρακτικά συνιστούν την πλήρη ανατροπή τού μέχρι σήμερα σχεδιασμού για τη μερική ανανέωση των μεγάλου εκτοπίσματος μονάδων επιφανείας του Στόλου. Αν δε προστεθούν οι εξίσου πιεστικές ανάγκες ανανέωσης του στόλου υποβρυχίων, των ταχέων περιπολικών κατευθυνόμενων βλημάτων (ΤΠΚ) και άλλων κατηγοριών πλοίων, το πρόβλημα γίνεται οξύτερο.
Η ανεπάρκεια πιστώσεων για τη χρηματοδότηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων του Κλάδου, οι εξαιρετικά χαμηλού ύψους λειτουργικές δαπάνες (91.186.000 ευρώ στον Τακτικό Προϋπολογισμό του 2024) και οι συνεχείς αποχωρήσεις προσωπικού αποτελούν πρόσθετους επιβαρυντικούς παράγοντες.
Πέραν όμως πάσης αμφιβολίας, τη γενεσιουργό αιτία της παρούσης κατάστασης αποτελεί η «δεκαετία των Μνημονίων», καθώς στη διάρκειά της ανεστάλη οποιαδήποτε προσπάθεια ανανέωσης και ενίσχυσης, ενώ υπέστησαν σοβαρότατο πλήγμα η συντήρηση και η υποστήριξη μέσων και υποδομών.
Προτιμητέα λύση στο αδιέξοδο θα ήταν η αύξηση των διατιθέμενων οικονομικών και των ανθρώπινων πόρων στα επίπεδα που απαιτούνται. Ομως οι πραγματικές συνθήκες υποδεικνύουν ότι πρόκειται για ευσεβή πόθο, παρά για ρεαλιστική επιλογή.
Σε ό,τι αφορά τους ανθρώπινους πόρους, η υπογεννητικότητα που μαστίζει την Ελλάδα έχει επιφέρει μείωση του συνολικού πληθυσμού (από 11.120.000 το 2011 σε 10.480.000 το 2021), αλλά και του μεγέθους της ανθρώπινης δεξαμενής από την οποία ο Κλάδος και οι Ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις (ΕΕΔ) γενικότερα αντλούν στελέχη και στρατευσίμους. Επίσης, όπως αποδεικνύει το συνεχές ρεύμα παραιτήσεων από τον Στόλο, οι συνθήκες εργασίας σε συνδυασμό με τις απολαβές υπολείπονται αυτών του ανταγωνισμού που αντιπροσωπεύεται από τη ναυτιλία. Ας σημειωθεί, επίσης, ότι στους αμυντικούς προϋπολογισμούς της τελευταίας τετραετίας οι πιστώσεις της κατηγορίας «παροχές σε εργαζομένους» αντιστοιχούν στο 46% του συνόλου.
Προϋπολογισμοί
Σε ό,τι αφορά τους οικονομικούς πόρους, το ύψος των αμυντικών προϋπολογισμών της τετραετίας 2021-2024 (23,95 δισ. ευρώ) είναι ελαφρώς μεγαλύτερο από της τετραετίας 2006-2009 (23,77 δισ. ευρώ), δηλαδή η δαπάνη έχει επανέλθει στα προ της χρεοκοπίας επίπεδα. Ομως η χώρα μπορεί να εξήλθε της επιτήρησης, αλλά το δημόσιο χρέος και οι συνέπειες της χρεοκοπίας συνεχίζουν να υπάρχουν και να απαιτούν εξαιρετικά λελογισμένη διαχείριση.
Εξάλλου, η διατήρηση και η ενίσχυση της εθνικής αμυντικής ικανότητας δεν είναι αγώνας ταχύτητας, αλλά μαραθώνιος. Οπως αποδεικνύουν τα προαναφερθέντα προβλήματα, είναι αδύνατο τα τραύματα που προκάλεσε η υποχρηματοδότηση 10 ετών να αποκατασταθούν με «σπριντ» τεσσάρων ετών.
Μία περιληπτική ιστορική αναδρομή προσφέρεται όμως για εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων. Τη δεκαετία του 1970 με την προμήθεια των συνολικά οκτώ γαλλικής προέλευσης, σχεδίασης Constructions Mécaniques de Normandie (CMN) ΤΠΚ τύπου Combattante II («ΚΟΝΙΔΗΣ») και IIIA («ΛΑΣΚΟΣ») και των οκτώ γερμανικής προέλευσης, σχεδίασης Howaldtswerke-Deutsche Werft (HDW) Type 209/1100 («ΓΛΑΥΚΟΣ») και Type 209/1200 («ΠΟΣΕΙΔΩΝ»), το ΠΝ εισήγαγε σε υπηρεσία νέας κατασκευής μονάδες που συμπλήρωσαν τις προερχόμενες από αμερικανική (κυρίως) και γερμανική βοήθεια, αλλά και καινοτόμησε επιχειρησιακά.
Τη δεκαετία του 1980 εντάχθηκαν σε υπηρεσία επιπλέον έξι γαλλικής προέλευσης, σχεδίασης CMN και κατασκευής της Ελληνικά Ναυπηγεία Α.Ε. (ΕΝΑΕ), ΤΠΚ τύπου La Combattante IIIB («ΚΑΒΑΛΟΥΔΗΣ») και έγινε το πρώτο βήμα για την ανανέωση του Στόλου με σύγχρονες, νέας κατασκευής μονάδες, με την προμήθεια δύο φρεγατών τύπου Standard.
Τα τέλη της ίδιας δεκαετίας η προμήθεια τεσσάρων φρεγατών τύπου MEKO-200HN («ΥΔΡΑ») αποτέλεσε το επόμενο ορόσημο που ήταν σημαντικό και για την εγχώρια ναυπηγική βιομηχανία, αφού οι τρεις ναυπηγήθηκαν στην ΕΝΑΕ, στον Σκαραμαγκά.
Η συνολική ανανέωση του στόλου των μειζόνων μονάδων επιφανείας επιτεύχθηκε από τη δευτερογενή αγορά με την προμήθεια οκτώ φρεγατών τύπου Standard από τα αποθέματα του βασιλικού ναυτικού της Ολλανδίας. Ετσι, το 2004 με την ένταξη της «ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΦΩΚΑΣ» (F-466) το ΠΝ διέθετε τον εντυπωσιακό αριθμό των 14 φρεγατών (τέσσερις τύπου MEKO-200HN και 10 τύπου Standard).
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 έγινε η προμήθεια τεσσάρων υποβρυχίων Type 214 («ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ»), ο ΕΜΖ του μοναδικού υποβρυχίου τύπου «ΩΚΕΑΝΟΣ», των αρχικά τριών με δικαίωμα προαίρεσης επιπλέον τεσσάρων (που τελικά εξασκήθηκε) ΤΠΚ τύπου Super Vita («ΡΟΥΣΣΕΝ») και του Πλοίου Γενικής Υποστήριξης (ΠΓΥ) τύπου Etna ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ A-374. Με την εξαίρεση του υποβρυχίου «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ S-120», όλες οι υπόλοιπες μονάδες ναυπηγήθηκαν εγχώρια από την ΕΝΑΕ και τα Ναυπηγεία Ελευσίνας.
Φρεγάτα MEKO
Τον Μάρτιο του 2022, περίπου 30 χρόνια μετά την ένταξη σε υπηρεσία της πρώτης φρεγάτας MEKO-200HN, υπεγράφη η σύμβαση για την προμήθεια τριών φρεγατών τύπου FDI-HN με επιπλέον μία ως δικαίωμα προαίρεσης.
Από την ανωτέρω αναδρομή είναι εύκολα αναγνωρίσιμος ο διάρκειας περίπου 30 ετών κύκλος ανανέωσης του στόλου των υποβρυχίων, των ΤΠΚ και των φρεγατών. Δηλαδή, δεν υφίσταται έλλειψη μακροπρόθεσμου προγραμματισμού, αλλά αναγκαίων οικονομικών πόρων, καθώς στην εξέλιξη του χρόνου τα προγράμματα αποδίδουν μικρότερο αριθμό μονάδων (π.χ. έναντι των οκτώ υποβρυχίων τύπων «ΓΛΑΥΚΟΣ» και «ΠΟΣΕΙΔΩΝ», η σύμβαση «ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ» απέδωσε μόλις τέσσερα τύπου «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ», καθώς η σύμβαση «ΠΟΣΕΙΔΩΝ ΙΙ» που αφορούσε δύο επιπλέον υποβρύχια Type 214 ουδέποτε υλοποιήθηκε).
Είναι επίσης εμφανές ότι τα τελευταία περίπου 40 χρόνια κατέστη δυνατή η χρηματοδότηση από εθνικούς πόρους μόλις έξι μειζόνων μονάδων επιφανείας νέας κατασκευής και ότι η πλειονότητα των μονάδων αυτής της κατηγορίας προέρχεται από τη δευτερογενή αγορά.
Πλέον όμως ικανοποιητική δευτερογενής αγορά πρακτικά δεν υπάρχει και αυτό διαπιστώθηκε κατά τις διαπραγματεύσεις για το πρόγραμμα των νέων φρεγατών όταν ζητήθηκε από τους υποψήφιους αναδόχους η προσφορά μεταχειρισμένων φρεγατών ως ενδιάμεση λύση.
Εν κατακλείδι, όντως υφίστανται προβλήματα στον μακροχρόνιο προγραμματισμό και λάθη στην επιλογή του τύπου των μέσων και στην απόδοση της προτεραιότητας των προγραμμάτων. Ομως μακράν το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η διαχρονική έλλειψη επαρκών πιστώσεων, ώστε να είναι εφικτή η απόκτηση του αναγκαίου επιπέδου δυνάμεων για την αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής και την προάσπιση των ζωτικών συμφερόντων της χώρας που εκτείνονται πέραν της επικράτειάς της.
Την κατάσταση επιδεινώνει περαιτέρω και η συντελεσθείσα κατά τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης αποδόμηση της εγχώριας ναυπηγικής βιομηχανίας. Ομως ακόμη και αν ευοδωθούν τα σχέδια για την ουσιαστική επανεκκίνησή της, η βιωσιμότητα εγχώριου μακροπρόθεσμου προγράμματος ναυπηγήσεων προϋποθέτει δέσμευση στην υλοποίησή του, διασφαλισμένη επαρκή χρηματοδότηση και μεγιστοποίηση της εγχώριας συμμετοχής, με ενσωμάτωση στις εγχώριες σχεδιάσεις όσο το δυνατόν μεγαλύτερου ποσοστού συστημάτων και συγκροτημάτων ελληνικής σχεδίασης και παραγωγής.
Κατά συνέπεια, το «μεγάλο» ή «μικρό» Ναυτικό δεν αποτελεί θέμα διακήρυξης αλλά εξαρτάται αποκλειστικά από το εάν και σε ποιον βαθμό συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις. Αποτελεί επίσης παραπλανητικό δίλημμα, καθώς αποτελεί «πλατφορμο-κεντρική» προσέγγιση που υπέχει συνεχώς αυξανόμενα κόστη προμήθειας, στελέχωσης, υποστήριξης, συντήρησης και αναβάθμισης στη διάρκεια της επιχειρησιακής ζωής κάθε πλατφόρμας.
Το υψηλό κόστος έχει πλέον αναδειχθεί στο κύριο πρόβλημα που σήμερα αντιμετωπίζουν οι μείζονες ναυτικές δυνάμεις και οι οποίες επέλεγαν τη μείωση των οροφών ώστε να επαρκέσει η διατιθέμενη χρηματοδότηση. Πρώτη συνέπεια αυτής της πρακτικής είναι η αριθμητική μείωση των στόλων και η γένεση σοβαρών αμφιβολιών για την ικανότητα διεξαγωγής μακροχρόνιων, υψηλής πυκνότητας και έντασης επιχειρήσεων. Η δεύτερη συνέπεια είναι ότι κάθε νέα γενεά πλατφόρμας συνεπάγεται αλματώδη αύξηση του κόστους λόγω μείωσης του αριθμού των μονάδων που θα παραχθούν, διαδικασία που τελικά καταλήγει σε αδιέξοδο.
Η ώρα των δύσκολων αποφάσεων και οι πολλά υποσχόμενες τεχνολογίες
Ο παροπλισμός ολόκληρων κατηγοριών πλοίων ή η αντικατάστασή τους από μη επανδρωμένα, ή ακόμη και η απώλεια της δυνατότητας εκτέλεσης δευτερευουσών αποστολών, δεν θα πρέπει να αποτελούν ταμπού στη ριζική επανασχεδίαση του ΠΝ.
Ως παράδειγμα στην πρώτη περίπτωση αναφέρεται η αντικατάσταση των μόλις τριών (δύο τύπου OSPREY, ένα τύπου HUNT) ναρκοθηρευτικών που έχουν απομείνει σε υπηρεσία από μη επανδρωμένα (επιφανείας, υποβρύχια, εναέρια) με τον κατάλληλο εξοπλισμό ναρκοπολέμου, που θα μπορούν να μετακινηθούν ή αερομεταφερθούν σε προωθημένες θέσεις ή να βρίσκονται μόνιμα αναπτυγμένα σε αυτές. Η εν λόγω επιλογή συνεπάγεται χαμηλότερο κόστος κύκλου ζωής σε σχέση με τις επανδρωμένες πλατφόρμες. Αξιοσημείωτο είναι ότι κύριο χαρακτηριστικό των σύγχρονων πλοίων ναρκοπολέμου τύπου City που ναυπηγούνται για το Βέλγιο και την Ολλανδία είναι ότι θα εκτελούν την αποστολή τους με χρήση εναέριων, επιφανείας και υποβρύχιων μη επανδρωμένων, τα οποία θα μπορούν να επιχειρούν αυτόνομα από την πλατφόρμα που τα φιλοξενεί.
Δεύτερο παράδειγμα, αποτελούν τα πέντε, ελληνικής σχεδίασης και ναυπήγησης, αρματαγωγά τύπου «ΙΑΣΩΝ», ηλικίας 24 έως 28 ετών. Οι επιδόσεις τους σε συνδυασμό με τη διαμόρφωση της απειλής περιορίζουν δραματικά την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητά τους και για λόγους εξοικονόμησης προσωπικού και περιορισμού του λειτουργικού κόστους θα ήταν αποδοτικότερος ο παροπλισμός τους και η προς το παρόν ανάθεση των αποστολών μεταφοράς βαρέος υλικού κατά την ειρηνική περίοδο σε εργολάβους. Με την ωρίμανση τεχνολογιών θα μπορούσαν να υποκατασταθούν σε ορισμένες αποστολές από μη επανδρωμένα.
Δύσκολες αποφάσεις απαιτούνται και σε ό,τι αφορά και την οροφή προσωπικού, καθώς, όπως αναφέρθηκε, το 46% του αμυντικού προϋπολογισμού διατίθεται για «παροχές σε εργαζομένους». Απαιτείται λοιπόν από μηδενική βάση επανεξέταση της οροφής του προσωπικού του Κλάδου, των ποσοστών κατανομής στον Στόλο και τις υπηρεσίες ξηράς, αλλά και της αναλογίας στελεχών – στρατευσίμων.
Επόμενο επίπεδο
Ομως, περίπου 20 χρόνια μετά την υιοθέτηση της διακλαδικότητας από τις ΕΕΔ, οι με διαφορά πιο δύσκολες αποφάσεις αφορούν τη μετάβαση στο επόμενο επίπεδο, όπου δόγματα, τακτικές και δομή δυνάμεων θα καθορίζονται στη βάση της επίτευξης των επιθυμητών αποτελεσμάτων στο διακλαδικό, ενοποιημένο, πολυχωρικό (ξηρά, θάλασσα, αέρα, Διάστημα, κυβερνοχώρο και ηλεκτρομαγνητικό φάσμα) θέατρο επιχειρήσεων.
Για παράδειγμα, η καταστροφή των εχθρικών ναυτικών και αποβατικών δυνάμεων και των χώρων εξόρμησης και υποστήριξής τους θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω μίας ελληνικής παραλλαγής του HELLSCAPE, της ομάδας επιχειρησιακών συλλήψεων που αναπτύσσει η Διοίκηση Ινδο-Ειρηνικού (USINDOPACOM: United States Indo-Pacific Command) των ΗΠΑ για την αντιμετώπιση τυχόν κινεζικής εισβολής στην Ταϊβάν. Ο αντικειμενικός σκοπός της HELLSCAPE, η καταστροφή 1.000 στόχων σε χρονικό διάστημα 24 ωρών, επιτυγχάνεται με τη χρήση χαμηλού κόστους εκατοντάδων ή και χιλιάδων μη επανδρωμένων αέρος, ξηράς, επιφανείας και υποβρυχίων και περιφερόμενων πυρομαχικών μίας χρήσης που θα επιχειρούν σε σμήνη. Στην περίπτωση που υιοθετηθεί μία τέτοια επιλογή, είναι αυτονόητο ότι συνεπάγεται επαναπροσδιορισμό των οροφών των διάφορων κατηγοριών μονάδων του Στόλου, αλλά και των τεχνικών και επιχειρησιακών χαρακτηριστικών τους.
Επιπρόσθετα, η ταχεία ωρίμανση των σχετικών τεχνολογιών καθιστά δυνατή την πλήρη και αδιάλειπτη σύζευξη επανδρωμένων και μη επανδρωμένων μεταξύ τους και σε ένα κοινό δίκτυο, τη στρατιωτική έκδοση του διαδικτύου των πραγμάτων, για την εκτέλεση κοινής αποστολής. Πλέον οι δυνατότητες επιτήρησης, αναγνώρισης, στοχοποίησης, ηλεκτρονικού πολέμου και προσβολής στόχων επιφανείας, υποβρυχίων, αέρος και ξηράς μίας τυπικής επανδρωμένης πλατφόρμας (πλοίο ή υποβρύχιο) δεν απαιτούνται να είναι οργανικές, με την έννοια της ενσωμάτωσης στη δομή της, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στο κόστος κύκλου ζωής.
Αντίθετα, η πλατφόρμα θα μπορεί να τις συμπληρώσει ή επαυξήσει μέσω σύζευξής της με μη επανδρωμένα. Για παράδειγμα, για την αντιμετώπιση επιθέσεων κορεσμού κατά των φίλιων δυνάμεων ή την άμυνα κατά βαλλιστικών βλημάτων δεν είναι αναγκαίος ο εξοπλισμός της πλατφόρμας με μεγάλη αναχορηγία όπλων ή βελτιστοποιημένα όπλα ή το σύνολο των αισθητήρων που απαιτείται, αλλά η σύζευξή της με μη επανδρωμένα που κατά περίπτωση θα φέρουν αισθητήρες, αναχορηγία όπλων, βελτιστοποιημένα όπλα ή αισθητήρες. Εξυπακούεται ότι και αυτή η δυνατότητα επιφέρει ριζική διαφοροποίηση στη δομή και τη μορφή της πλατφόρμας, αλλά συνεπάγεται και επανασχεδιασμό της δομής δυνάμεων.
Η εισαγωγή νέων τεχνολογιών είναι ίσως η μοναδική επιλογή που θα επιτρέψει την ανάπτυξη της εθνικής ναυτικής ισχύος σε βιώσιμη βάση, έστω κι αν συνεπάγεται δραματικές αλλαγές στο ΠΝ.
newsbreak.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις