Τα φτωχά νοικοκυριά είναι τα μεγάλα θύματα της ακρίβειας καθώς πληρώνουν σημαντικά υψηλότερη σχετική δαπάνη για σίτιση, στέγαση και επικοινωνία, συγκριτικά με τους πλούσιους.
Σε μελέτη του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), μάλιστα, επισημαίνεται πως η κάλυψη των εν λόγω δαπανών, σίτισης, στέγασης και επικοινωνίας, απαιτεί από τα φτωχά νοικοκυριά πάνω από το μισό εισόδημα τους, ενώ για τους πλούσιους δεν απαιτείται παρά κάτι λιγότερο από το ένα τρίτο, μετατρέποντας έτσι τους φτωχούς στους πλέον ευάλωτους στην ακρίβεια βασικών αγαθών.
Συγκεκριμένα, η κάλυψη αυτών των αναγκών ισοδυναμεί με κάτι παραπάνω από το ήμισυ των δαπανών των φτωχών (50,5%) έναντι κάτι λιγότερο του 1/3 των πλουσίων (27,7%). Ειδικότερα, η υπερβάλλουσα σχετική δαπάνη για τρόφιμα οφείλεται στα άλευρα (ψωμί, δημητριακά, αλεύρι κλπ.), στο κρέας, στα γαλακτοκομικά και στα λαχανικά.
Αντίστοιχα, η υπερβάλλουσα σχετική δαπάνη των φτωχότερων για στέγαση οφείλεται κυρίως στις δαπάνες φωτισμού και θέρμανσης και στις αυξημένες σχετικές δαπάνες ενοικίου. Τέλος, η υπερβάλλουσα δαπάνη για επικοινωνίες οφείλεται στις υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας.
Αντιθέτως, το ΚΕΠΕ υπογραμμίζει πως τα πλούσια νοικοκυριά προσανατολίζουν μεγαλύτερο τμήμα των δαπανών τους στις μετακινήσεις, στις δαπάνες αναψυχής, στις δαπάνες ξενοδοχείων-καφέ-εστιατορίων και στις λοιπές δαπάνες (στις οποίες περιλαμβάνονται οι προσωπικές δαπάνες καλλωπισμού, η αγορά κοσμημάτων αλλά και οι πάσης φύσης ασφάλειες και υπηρεσίες τρίτων προς το νοικοκυριό).
Όπως σημειώνεται, το σύνολο των παραπάνω δαπανών αντιστοιχεί στο 45% των δαπανών των πλουσίων έναντι 26,3% των φτωχών. Ειδικότερα, η υπερβάλλουσα σχετική δαπάνη των πλουσίων για μεταφορές οφείλεται στην αγορά μεταφορικών μέσων, η υπερβάλλουσα σχετική δαπάνη για αναψυχή οφείλεται σε δαπάνες μεγάλων μέσων αναψυχής και μουσικών οργάνων, ενώ η υπερβάλλουσα σχετική δαπάνη για άλλα αγαθά και υπηρεσίες οφείλεται στις ασφάλειες (υγείας, μετακινήσεων κλπ.).
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΚΕΠΕ, οι μεταβολές του δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) των επιμέρους εισοδηματικών κατηγοριών ακολουθούν τις αντίστοιχες του Γενικού Δείκτη. Δηλαδή, από τα μέσα του 2021 παρατηρείται μια σημαντική αύξηση, με αποτέλεσμα το 2023 το μέσο επίπεδο των τιμών να είναι αυξημένο κατά 14,7% σε σχέση με το 2020. Αντίστοιχες είναι και οι αυξήσεις τιμών που αντιμετώπισαν οι επιμέρους εισοδηματικές ομάδες των νοικοκυριών.
Ειδικότερα, την περίοδο 2020-2023 το φτωχότερο 20% των νοικοκυριών αντιμετώπισε μια σωρευτική αύξηση ίση με 15,6%, το πλουσιότερο 20% των νοικοκυριών αντιμετώπισε αύξηση ίση με 13,7%, ενώ το πλουσιότερο 10% των νοικοκυριών αντιμετώπισε σωρευτική αύξηση των τιμών ίση με 13,1%.
Επιπρόσθετα, οι πληθωριστικές πιέσεις του 2021-2022 διαμόρφωσαν για τα φτωχότερα νοικοκυριά έναν ΔΤΚ που κινείται σταθερά πάνω από τον μέσο όρο, σε αντίθεση με τον ΔΤΚ των πλουσιότερων που κινείται σταθερά κάτω από τον μέσο όρο.
Ακόμα χειρότερα, φαίνεται πως το πληθωριστικό σοκ του 2021-2022 ανέστρεψε μια «μακροχρόνια» τάση που χαρακτηρίζει τα έτη από το 2015 έως και το 2020, κατά τα οποία ο ΔΤΚ των φτωχότερων νοικοκυριών ήταν οριακά χαμηλότερος τόσο του γενικού μέσου όρου όσο και εκείνου των πλουσιότερων νοικοκυριών.
Επομένως, πέρα από την ήδη πραγματοποιηθείσα αρνητική επίπτωση, ο χρονικά εμμένων χαρακτήρας του φαινομένου δημιουργεί τον κίνδυνο εδραίωσης αυτής της κατάστασης.
newsit.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις