Κάθε Κυριακή ο Κυριάκος Μητσοτάκης κάνει μια ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αποτελεί μείγμα απολογισμού της εβδομάδας, που πάντα είναι θετικός, αλλά και προαναγγελία μέτρων που θα εφαρμοστούν. Η δομή του κειμένου της ανάρτησης περιλαμβάνει μερικά θετικά οικονομικά στοιχεία, μια «απόδειξη» ότι η χώρα καταγράφει πρόοδο, έμφαση στη θετική επίπτωση που θα έχει το ένα ή το άλλο μέτρο και κάποιες εξαγγελίες για το μέλλον. Όταν δε αναγκαστικά αναφέρεται σε κάποιο από τα σοβαρά προβλήματα συνήθως το επιχείρημα είναι ότι πρόκειται για κάποιο διαχρονικό πρόβλημα, μια κακοδαιμονία που ξεκινά από παλιά και με την οποία πρόκειται να αναμετρηθεί η κυβέρνησή του. Τα κείμενα είναι καλογραμμένα και χωρίς έντονο κομματικό πατριωτισμό. Στην ουσία είναι καλοφτιαγμένες αφηγήσεις.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του έχουν καταφέρει σε μεγάλο βαθμό να «ελέγξουν το αφήγημα». Και το κάνουν, ουσιαστικά, αντιμετωπίζοντας αυτή τη μεταφορική έκφραση, που χρησιμοποιούν οι επικοινωνιολόγοι για να περιγράψουν μια πετυχημένη επικοινωνιακή στρατηγική, ως κυριολεξία.
Γιατί κατά βάση ο Κυριάκος Μητσοτάκης αυτό που προσφέρει στην ελληνική κοινωνία είναι ένα αφήγημα. Της λέει, δηλαδή, μια ιστορία.
Μόνο που από την ιστορία αυτή συνήθως απουσιάζει η αλήθεια.
Ξέρω ότι θα μου πείτε ότι οι περισσότερες κυβερνήσεις δεν συνηθίζουν να λένε την αλήθεια, ότι η εξουσία γενικά δεν τα πάει καλά με την αλήθεια. Γιατί συνήθως η αλήθεια εξηγεί τι δεν πηγαίνει καλά με μια κυβέρνηση.
Όμως, τις περισσότερες φορές οι κυβερνήσεις, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έρχονται αντιμέτωπες με την αλήθεια. Ακόμη και εάν αυτό δεν γίνει με δική τους πρωτοβουλία αυτό μπορεί να γίνει στη δημόσια σφαίρα, συνήθως από μέσα ενημέρωσης που μπορούν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων, δηλαδή, πολύ απλά, όντως να ενημερώσουν την κοινή γνώμη.
Αυτό ακριβώς είναι που ολοένα και περισσότερο απουσιάζει από τη δημόσια σφαίρα της χώρας μας.
Γιατί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αυτή η κυβέρνηση έχει εξασφαλίσει ότι το τοπίο της ενημέρωσης είναι ευνοϊκό για αυτήν.
Και το έχει εξασφαλίσει όχι μόνο επειδή πολλά μέσα παραμένουν ακόμη «στρατευμένα» στις αντιπαραθέσεις και τις πολώσεις που διαμορφώθηκαν στην περίοδο μετά το 2015, αλλά – και κυρίως – επειδή η κυβέρνηση αυτή είναι πολύ ικανή στο να εξαγοράζει ευνοϊκή δημοσιότητα. Είτε γιατί οι ιδιοκτήτες των μέσων έχουν «δουλειές» να κάνουν με την κυβέρνηση, είτε γιατί τα μέσα εξαρτώνται σε διάφορα επίπεδα από την κρατική διαφήμιση σε όλες τις μορφές (από τις επίσημες καμπάνιες μέχρι τη «λίστα Πέτσα»).
Και το αποτέλεσμα το βλέπουμε: Γίνεται αυτές τις ημέρες μια δίκη όπου αποκαλύπτεται ότι το γραφείο του Πρωθυπουργού – που είναι και προϊστάμενος της ΕΥΠ – είχε στήσει μηχανισμό παρακολούθησης δημοσιογράφων, πολιτικών, υπουργών, επιχειρηματιών, δικαστικών και ανώτατων αξιωματικών, πρώτα μέσω της ΕΥΠ και μετά μέσω παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού, ισραηλινής προέλευσης. Οι αποκαλύψεις γι’ αυτή τη δίκη, που εκτός των άλλων αφορούν και άλλα πρόσωπα, όπως π.χ. τον τότε γραμματέα του πρωθυπουργού (και ανιψιό του) Γρηγόρη Δημητριάδη ή άλλους, απλώς αποσιωπώνται από τα περισσότερα μέσα.
Συνεχίζεται αυτές τις ημέρες η εξεταστική για τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Τα στιγμιότυπα που μοιάζουν να έχουν αξία ως θέαμα αναπαράγονται. Η ουσία για το ζήτημα, δηλαδή το ότι η κυβέρνηση είχε στήσει έναν μηχανισμό διασπάθισης κοινοτικών ενισχύσεων για να μπορεί να εξασφαλίσει περισσότερες ψήφους σε συγκεκριμένες εκλογικές περιφέρειες αποσιωπάται.
Έχουμε αυτές τις μέρες τις αγροτικές κινητοποιήσεις. Παρότι στη συντριπτική πλειοψηφία της η ελληνική κοινωνία είναι στο πλευρό της αγροτιάς, εντούτοις δείτε πόσο εύκολα πέρασε στην πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης η κυβερνητική θέση ότι όσα μπορούσαν να γίνουν έγιναν και πλέον το πρόβλημα είναι η «αδιαλλαξία» κάποιων αγροτών.
Κλείνουν πλήθος καταστήματα των ΕΛΤΑ, επειδή τα οικονομικά τους δεν είναι καλά, κατά βάση εξαιτίας λαθών της διοίκησης που διόρισε η κυβέρνηση. Τα «σχέδιο σωτηρίας» κερδίζει θετική δημοσιότητα, όχι όμως και το γεγονός ότι απλώς έχει αυξηθεί η ταλαιπωρία των πολιτών.
Παραμένουν ανοιχτά πλήθος ερωτήματα σε σχέση με την τραγωδία στα Τέμπη, ενώ πραγματική κυβερνητική ανάληψη ευθύνης δεν έχει υπάρξει. Ωστόσο, και πάλι όλη η υπόθεση της αναζήτησης των ευθυνών περιγράφεται απαξιωτικά ως «ιστορίες για ξυλόλιο» σε πλήθος Μέσων.
Και βέβαια αυτή η συσκότιση της αλήθειας κυριαρχεί και σε σχέση με την κατάσταση της οικονομίας, δηλαδή το ζήτημα που κατεξοχήν αφορά τους πολίτες, μια που αποτελεί το βασικό λόγο δυσαρέσκειας σε όλες τις δημοσκοπήσεις. Το μόνο που διαβάζει ο πολίτης είναι ότι έχουμε υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και ότι είμαστε τόσο πετυχημένοι που έβαλαν δικό μας υπουργό να διοικεί την Ευρωζώνη. Όλα τα υπόλοιπα, η αύξηση του κόστους ζωής, η στεγαστική κρίση, το γεγονός ότι είμαστε τον πάτο της Ευρώπης ως προς την αγοραστική δύναμη των μισθών, απλώς δεν υπάρχουν – και άλλωστε αφού είναι γεμάτη κόσμο η Ερμού, ακόμη και εάν δεν ψωνίζει ποιο το πρόβλημα;
Προφανώς και οι άνθρωποι δεν είναι ηλίθιοι. Και όταν το αφήγημα συγκρούεται με την πραγματικότητα που βιώνουν, είναι η πραγματικότητα που κερδίζει. Αυτό εξηγεί γιατί το αφήγημα της κυβέρνησης περνάει μόνο σε μια μειοψηφία της κοινωνίας. Όμως, η συσκότιση της αλήθειας και το γεγονός ότι τα μέσα ενημέρωσης δεν στέκονται στο ύψος των περιστάσεων έχει πολύ σοβαρές επιπτώσεις στο ότι η κοινωνία δεν έχει όλη την ενημέρωση που χρειάζεται για να σχηματίσει πραγματικά γνώμη (και όχι απλώς μια θυμική αντίδραση), στο ότι δεν συζητιέται η ουσία αλλά μόνο η εικόνα, στο ότι δεν υπάρχει αντιπαράθεση προγραμμάτων παρά μόνο αφηγημάτων.
Και αυτό διαμορφώνει μια συνθήκη όπου μια θυμωμένη και δυσαρεστημένη κοινωνία δεν έχει από κάπου να αντλήσει γνώση και επιχειρήματα που θα τη βοηθήσουν να κάνει πολιτικές επιλογές. Στην καλύτερη των περιπτώσεων η συνθήκη αυτή τους ωθεί να θεωρούν ότι η επιλογή είναι ανάμεσα σε μια κυβέρνηση που τους λέει ότι είναι η μόνη δύναμη διακυβέρνησης που υπάρχει και διάφορες παραλλαγές «ψήφου διαμαρτυρίας», συμπεριλαμβανομένων και μορφών «αντιπολιτικής».
Μόνο που εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς ότι αυτό δεν οδηγεί σε μα πραγματική αλλαγή πολιτικής. Πιο πιθανό είναι να οδηγήσει σε μια αναπαραγωγή της σημερινής συνθήκης, όταν εξαντληθεί η διάθεση διαμαρτυρίας και αρχίσει να προβάλλεται ο μπαμπούλας της ακυβερνησίας.
Και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που στο in έχουμε αρνηθεί να συμβάλουμε στην επιχείρηση συσκότισης και έχουμε επιλέξει να κάνουμε όντως τη δουλειά μας, δηλαδή να προσπαθούμε να λέμε την αλήθεια, να μην αποσιωπούμε γεγονότα, να μην κάνουμε ως εάν η πραγματικότητα δεν υπάρχει, να μη «λέμε ιστορίες». Και αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε όσο καλύτερα μπορούμε.
in.gr
Ακολουθήστε το HappenedNow.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε ολες τις ειδήσεις μας στο Facebook Group και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις






















































